Οι συγγενείς καρδιοπάθειες είναι ανωμαλίες διάπλασης της καρδιάς, που φέρει μαζί του o άνθρωπος από την ημέρα της γέννησής του. Οι πάσχοντες δηλαδή από συγγενείς καρδιοπάθειες, γεννιούνται με κάποιο «κατασκευαστικό» πρόβλημα στην καρδιά. Η λέξη «συγγενής» σημαίνει «εκ γενετής». Ο όρος δεν πρέπει να συγχέεται με τη «συγγένεια», με την έννοια της κληρονομικότητας, με την οποία έχει μικρή μόνο σχέση.
Πώς εντοπίζονται
Αισιόδοξο είναι το γεγονός πως πολλές συγγενείς καρδιοπάθειες εντοπίζονται σήμερα με εμβρυϊκό υπερηχοκαρδιογράφημα. Στην πλειονότητά τους όμως, η διάγνωση γίνεται στη νεογνική ηλικία, συνήθως από τον παιδίατρο στο μαιευτήριο ή κατά τις πρώτες εβδομάδες ή μήνες της ζωής.
Υπάρχουν όμως και αρκετές περιπτώσεις, όπου πολύ σημαντικές συγγενείς καρδιοπάθειες μπορεί να βρεθούν οποιαδήποτε στιγμή στην παιδική ηλικία, στην εφηβεία ή και μετά την ενηλικίωση. Τέτοιες περιπτώσεις μπορεί να είναι η παραπομπή από τον παιδίατρο στον παιδοκαρδιολόγο, ο οποίος καλείται να αξιολογήσει ένα παιδί με καρδιακό φύσημα (εννέα στα δέκα παιδιά παραπέμπονται για εκτίμηση καρδιακού φυσήματος), με κυάνωση ή με σημεία και συμπτώματα καρδιακής ανεπάρκειας.
Η παραπομπή σε έναν Ιατρό εξειδικευμένο και έμπειρο στη διάγνωση και θεραπεία συγγενών καρδιοπαθειών, είναι ζωτικής σημασίας, προκειμένου να καθοριστεί επακριβώς η φύση του προβλήματος. Ο παιδοκαρδιολόγος είναι ο γιατρός που έχει τις γνώσεις και την εξειδίκευση στο να προσδιορίσει:
- Τη φύση του καρδιακού προβλήματος
- Τη φαρμακευτική αγωγή, αν ενδείκνυται
- Τη συχνότητα των επισκέψεων που χρειάζονται για την παρακολούθηση του ασθενούς και τις πιθανές εξετάσεις
- Την επεμβατική μη χειρουργική καρδιολογική θεραπεία, εάν ενδείκνυται
- Την παραπομπή του ασθενούς για ενδεχόμενη χειρουργική αντιμετώπιση του προβλήματος από τον ειδικό παιδοκαρδιοχειρουργό-καρδιοχειρουργό συγγενών καρδιοπαθειών.